Γουέλινγκτον

Γουέλινγκτον
I
(Wellington). Πόλη (164.010 κάτ. το 2002) και πρωτεύουσα της Νέας Ζηλανδίας, καθώς και της ομώνυμης διοικητικής περιοχής. Βρίσκεται στη νότια ακτή της Βόρειας Νήσου και βρέχεται από τον πορθμό Κουκ, ο οποίος διαιρεί τη χώρα σε δύο τμήματα. Η πόλη, που αποτελείται από διάφορους πυρήνες, καταλαμβάνει τη δυτική ακτή του εκτεταμένου κόλπου Πορτ Νίκολσον. Μία σειρά από ορεινά ακρωτήρια, που προεκτείνονται στο εσωτερικό του ίδιου κόλπου, προσφέρουν ασφαλή φυσικά καταφύγια σε μία ζώνη με άστατο ωκεάνιο κλίμα, στο οποίο επικρατούν ισχυροί άνεμοι και συχνές καταιγίδες. Οι εμπορικές συνοικίες της πόλης εκτείνονται σε μία στενή επίπεδη περιοχή κοντά στη θάλασσα, αλλά η κυρίως πόλη βρίσκεται στις απότομες πλαγιές των λόφων, από τους οποίους περιβάλλεται το λιμάνι. Το γεγονός αυτό έχει προκαλέσει αρκετά πολεοδομικά προβλήματα, για τη λύση των οποίων δημιουργήθηκαν σήραγγες, ανισόπεδες διαβάσεις και δρόμοι με απότομες στροφές, που συχνά έχουν ανοιχτεί ανάμεσα από βράχους. Το Γ. ιδρύθηκε το 1840 σε μία ζώνη την οποία επισκέφθηκε ο Κουκ το 1769. Η πόλη αναπτύχθηκε γρήγορα χάρη στη θέση της, που αποτελούσε εύκολη διέξοδο προς τη θάλασσα των γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων των εκτεταμένων και πλούσιων περιοχών του εσωτερικού του νησιού. Πρωτεύουσα της χώρας και έδρα της κυβέρνησης από το 1865, η πόλη υπέστη ριζικές μεταβολές και γι’ αυτό ελάχιστα ίχνη έχουν μείνει από τον αρχικό οικισμό. Ένα σημαντικό τμήμα του ενεργού πληθυσμού της απασχολείται στις διοικητικές υπηρεσίες, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό εργάζεται στις βιομηχανίες μηχανουργίας και στη μεταποίηση των γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων ή ασχολείται με διάφορες δραστηριότητες, σχετικές με τη διακίνηση του λιμανιού. Το τελευταίο έχει 10 μόλους και μία λωρίδα προκυμαίας, μήκους περίπου 7 χλμ., που βλέπει σε ένα θαλάσσιο τμήμα, βάθους από 5 έως 12 μ., καθώς επίσης σύγχρονες εγκαταστάσεις και τεράστιες αποθήκες.
Το Γ. αποτελεί σημαντικό πολιτιστικό κέντρο, με πανεπιστήμιο, διάφορα μουσεία και πινακοθήκες. Διαθέτει επίσης πειραματικά εργαστήρια, στις έρευνες των οποίων οφείλεται κατά μεγάλο μέρος η αναζήτηση και η βελτίωση της γεωργικής παραγωγής της χώρας.
Το λιμάνι του Γουέλινγκτον διαθέτει σύγχρονες εγκαταστάσεις και τεράστιες αποθήκες.
Το Γουέλινγκτον αποτελεί σημαντικό πολιτιστικό κέντρο, με πανεπιστήμια και πινακοθήκες.
Το Γουέλινγκτον είναι χτισμένο σε απότομες πλαγιές, γεγονός που έχει προκαλέσει αρκετά πολεοδομικά προβλήματα. Για τη λύση τους έχουν κατασκευαστεί σήραγγες, ανισόπεδες διαβάσεις, δρόμοι με απότομες στοφές κ.ά.
Τα ορεινά ακρωτήρια του Γουέλινγκτον προσφέρουν φυσικά καταφύγια για τα ζώα της θάλασσας, σε μία ζώνη με άστατο κλίμα.
II
(Wellington). Ακατοίκητο νησί (6.750 τ. χλμ.) της νότιας Χιλής, στην επαρχία Μαγκαλιάνες. Βρίσκεται κατά μήκος της ακτής της Παταγονίας και χωρίζεται από την ξηρά με μακρόστενο πορθμό. Το νησί έχει μήκος 180 χλμ. και πλάτος που κυμαίνεται ανάμεσα σε 25 και 40 χλμ. Το υψηλότερο σημείο του Γ. φτάνει τα 1.080 μ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Γουέλινγκτον, Άρθουρ Γουέλσλεϊ, δούκας του- — (Arthur Wellesley, Duke of Wellington, Δουβλίνο 1769 – Γουόλμερ Κασλ 1852). Άγγλος στρατιωτικός και πολιτικός. Σπούδασε στο Ίτον, πολέμησε ως αξιωματικός του πεζικού εναντίον των Γάλλων στην Ολλανδία το 1793 και ύστερα στάλθηκε στην Ινδία, όπου… …   Dictionary of Greek

  • Νέα Ζηλανδία — Νησιωτικό κράτος της Ωκεανίας, στον Ειρηνικό ωκεανό, κάτω από τον Τροπικό του Αιγόκερω, ΝΑ της Αυστραλίας.Την επικράτεια της Ν. Ζ. απαρτίζουν τα δύο μεγαλύτερα νησιά (βόρειο νησί και νότιο νησί), το μικρό νησί Στιούαρτ και πολλά μικρότερα νησιά.… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Κάμπιον, Τζέιν — (Jane Campion, Γουέλινγκτον 1954 –). Νεοζηλανδή σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Ο πατέρας της ήταν σκηνοθέτης του θεάτρου και της όπερας και η μητέρα της ηθοποιός και συγγραφέας. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο Βικτόρια του Γουέλινγκτον και στη συνέχεια… …   Dictionary of Greek

  • Ράγκλαν, Φιτζρόι Τζέιμς Χένρι Σόμερσετ λόρδος του — (Raglan, 1788 – 1855). Άγγλος στρατάρχης. Κατετάγη στον στρατό το 1804. Το 1808 έγινε υπασπιστής και το 1810, ως γραμματέας του Γουέλινγκτον, πήρε μέρος στους ναπολεόντειους πολέμους και έχασε το χέρι του στη μάχη του Βατερλό (1815). Αργότερα… …   Dictionary of Greek

  • Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… …   Dictionary of Greek

  • Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Ειρηνικός ωκεανός — (αγγλ. Pacific Ocean). Θαλάσσια έκταση (166.000.000 τ. χλμ, 180 εκατ. τ. χλμ. μαζί με τις εσωτερικές συνεχόμενες θάλασσες) που εκτείνεται από τις αρκτικές έως τις ανταρκτικές περιοχές. Είναι ο μεγαλύτερος σε βάθος και έκταση ωκεανός της υδρογείου …   Dictionary of Greek

  • Ζεράρ, Φρανσουά — (François Gérard, Ρώμη 1770 – Παρίσι 1837). Γάλλος ζωγράφος. Γιος υπαλλήλου της γαλλικής πρεσβείας, υπήρξε μαθητής του Ογκίστ Παζού και του Μπρενέ, κυρίως όμως του Νταβίντ (1786). Ο Ζ. ανήκει στη δεύτερη γενιά των Γάλλων νεοκλασικών και, μαζί με… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”